αμορτισέρ

αμορτισέρ
Διάταξη με προορισμό την ολική ή μερική απόσβεση κραδασμών που προέρχονται από κανονικές και μη κινήσεις των μηχανικών συστημάτων. (Ο όρος είναι γαλλικός, amortisseur, και αποδίδεται στα ελληνικά με τους όρους αποσβεστήρας κραδασμών, αποσβεστήρας δονήσεων, αποσβεστήρας κρούσεων κ.ά.) Η απόσβεση αυτή μπορεί να γίνει με την παρεμβολή ειδικών μέσων μεταξύ του τμήματος που δέχεται τους κραδασμούς και του τμήματος που τους παράγει, τα οποία χρησιμεύουν ως ελαστικό παρέμβλημα, ικανό να τους απορροφά. Ένας τύπος που χρησιμοποιείται πολύ στα αυτοκίνητα και τις μοτοσικλέτες είναι ο υδραυλικός, στον οποίο χρησιμοποιείται ειδικό λάδι, ιξώδες και με χαμηλό σημείο πήξης. Όταν επιδιώκεται η εξουδετέρωση περιοδικών ταλαντώσεων, όπως αυτές που προκαλούν οι περιστρεφόμενες μηχανές, χρησιμοποιούνται ειδικά α., τα οποία παράγουν κραδασμούς ίσης έντασης και περιόδου με τους εξωτερικούς, αλλά σε αντίθεση φάσης, κατάλληλα δηλαδή καθυστερημένους ως προς αυτούς, ώστε να εκμηδενίζουν την ενέργειά τους. Αμορτισέρ από μοντέλο της Τζάγκουαρ (φωτ. Jaguar Hellas).
* * *
το τεχνολ.
ο αποσβεστήρας* κραδασμών.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ξεν. όρος < γαλλ. αmortisseur «αποσβεστήρας ταλαντώσεων»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • μοτοσικλέτα — Οδικό όχημα με κινητήρα και δύο (ή σπανιότερα τρεις) τροχούς, για μεταφορά προσώπων ή και εμπορευμάτων. Όπως το αυτοκίνητο προήλθε από τις άμαξες, στις οποίες τοποθετήθηκαν κινητήρες ατμού ή εσωτερικής καύσης, έτσι και οι πρώτες μ. γεννήθηκαν από …   Dictionary of Greek

  • αεροπλάνο — Αεροσκάφος βαρύτερο από τον αέρα, που διατηρείται σε πτήση χάρη στην αεροδυναμική δράση που ασκείται πάνω στις πτέρυγές του, εξαιτίας της ταχύτητας που τού προσδίδει το σύστημα προώθησης. Υπάρχουν πολλοί τύποι επιβατικών, μεταφορικών και… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”